Προβλήματα μελαγχολίας

sunset-161747_1920Τα προβλήματα της μελαγχολίας είναι δύσκολο να διευκρινισθούν και οφείλονται σε μεγάλη ποικιλία αιτίων. Θα τα καταχωρίσω εδώ και ο κατάλογος μπορεί κάποτε να σας χρησιμεύσει:
Μια αίσθηση ματαιότητας, μια ζωή απραγματοποίητων επιθυμιών ή η αναγνώριση μιας βασικής αποτυχίας της ζωής.
Μια αίσθηση του δραματικού και μια επιθυμία για σπουδαία εμφάνιση στη μικρή σκηνή της ζωής του προσώπου. Αυτό μπορεί συχνά να μη γίνεται τελείως αντιληπτό και να έχει μια αληθινά υποσυνείδητη προέλευση ή μπορεί να είναι μια επιμελώς καλλιεργημένη συνήθεια ή στάση.
Μια αποζωτικοποιημένη κατάσταση, κυρίως αιθερικής φύσης, που στερεί από τη ζωή κάθε χαρά και επιθυμία και παρουσιάζει πάντοτε μια αίσθηση ματαιότητας. Πολλές γυναίκες κατά την εμμηνόπαυση τη βιώνουν.
Μια ορισμένη μορφή κατάρρευσης των κυττάρων που βρίσκονται σε μια ιδιαίτερη περιοχή του εγκεφάλου.
Ένας φόβος της τρέλας και του θανάτου, ένας αβάσιμος φόβος που ποτέ δεν υλοποιείται, αλλά που αποτελεί μια έμμονη ιδέα, έτσι ώστε το πρόσωπο να είναι το θύμα μιας καλά αναπτυγμένης σκεπτομορφής.
Ένας συντονισμός, οφειλόμενος σε υπερευαισθησία, με τις οδύνες και το μαζικό πόνο του κόσμου. Οι μαθητές μπορεί πρόσκαιρα να καταβληθούν από αυτόν.
Μια κατάσταση που είναι πολύ σπάνια και προέρχεται από κάποια μορφή κατάληψης, όπως από “μια προσκολλημένη στη γη οντότητα ή ένα ζωντανό βαμπίρ”. Πολύ λίγες τέτοιες περιπτώσεις είναι γνωστές, αλλά είναι πολύ σπάνιες για να θεωρηθούν σαν παράγοντας.
Μερικές φορές ένα πρόσωπο συντονίζεται με μια κατάσταση μαζικής μελαγχολίας, όπως αυτή που μπορεί να βρεθεί στα σανατόρια ή τα άσυλά μας. Η κατάσταση αυτή δεν έχει στην πραγματικότητα καμιά σχέση με το πρόσωπο αυτό, αλλά επειδή είναι ευαίσθητο ταυτίζεται με εκείνους που υποφέρουν από οξεία μελαγχολία.
Η μελαγχολία σαν σύμπτωμα ασθένειας, όχι ασθένεια του εγκεφάλου, είναι επίσης πολύ συχνή και εξαφανίζεται όταν η ασθένεια υπόκειται σε κατάλληλη θεραπεία. Ένα πρόσωπο μπορεί να υποφέρει από ένα συνδυασμό αυτών των αιτίων, όπως, λόγου χάρη, από συνδυασμό των αιτίων 1, 2, 6.

  Από το βιβλίο ‘ΕΣΩΤΕΡΑ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ’, Αλίκης Μπέιλη, ΣΕΛ. 349– 350